Τρίτη 25 Δεκεμβρίου 2012

Κυριακή 23 Δεκεμβρίου 2012


Είναι τόσο σπάνιες οι ευτυχισμένες στιγμές;

Όχι…Όχι. Δεν είναι τόσο σπάνιες. Μόνο που….Να, οι άνθρωποι κυνηγούν αυτές τις στιγμές με το μυαλό τους. Κι αυτό είναι, πώς να στο πω, υπόθεση της καρδιάς.

(ΑΛΚΥΟΝΗ ΠΑΠΑΔΑΚΗ)

Παρασκευή 2 Νοεμβρίου 2012

Always look on the bright side of life!

Δεν φταίει ο θόρυβος της πόλης. Άλλος θόρυβος σε αφήνει ξύπνια τα βράδια.
Αυτά τα χτυπήματα στην πόρτα της καρδιάς σου που τα ακούς αλλά τα αγνοείς.
Ξεκόλλα, άνοιξε!!!
Μα πώς; Πώς να ρισκάρεις; Κι αν η ευτυχία που τόσα χρόνια αποζητούσες είναι αληθινή; Και αν τελικά την ζήσεις, πως θα καλύψεις το κενό όταν τη χάσεις;  Γιατί όλα τα ωραία κάποτε τελειώνουν, για να τα θυμόμαστε σπουδαία.

Σταμάτησες να μαζεύεις τους θησαυρούς σου…  Γιατί;
Τόσο όμορφες εικόνες από το παρελθόν και κράτησες κάτι που να τις θυμίζει. Χρωστάς και στο μέλλον το κομμάτι του. Χρωστάς και στο αύριο θησαυρούς.
Δεν ξέρω, ίσως η ανάγκη σου να γυρίσεις πίσω, εκεί που ήσουν πολύ αυθόρμητη και ευτυχισμένη σε παρέσυρε και παίζοντας το παιχνίδι του Χρόνου, χωρίς να μπορείς να αναγνωρίσεις τους κανόνες, έχασες!  Ίσως απλά να πρέπει να βρεις  κι άλλους θησαυρούς για το μπαουλάκι σου.
 
Οι καταστάσεις δε ζητούν άδεια για να ανακατέψουν την ζωή σου.
Τον σκέφτεσαι και φοβάσαι που τον σκέφτεσαι, γιατί ποτέ δε σκέφτηκες κανέναν. Και αναλογίζεσαι συνέχεια, γιατί αυτόν, γιατί τώρα; Τι άλλαξε; Τι άλλο θα αλλάξει; Και δεν θες να το συζητήσεις με κανέναν. Φοβάσαι να μιλήσεις γι αυτόν.
Δε γίνεται να μάθεις τις Κρυφές σκέψεις ενός ανθρώπου παρά μόνο αν στις πει. Μα κι αν στις πει κοίτα μέσα τους βαθιά και δες αν πράγματι θέλουν να ακουστούν!

…Και παίζεις με τον Χρόνο. Γιατί ξέρεις πως αν περάσει και δεν τον πάρεις είδηση ίσως να χάσεις εκείνον. Και δεν θες να το χάσεις, είσαι σίγουρη γι αυτό.
Μα όσο και αν τα αναλύεις, όσο έξυπνη και αν σου λένε πως είσαι, δε βρίσκεις απαντήσεις. Το πιο πιθανό, επειδή δεν υπάρχουν.
Όσο είσαι μαζί του τίποτα δεν έχει σημασία, γιατί όταν τη βλέπεις τη ζωή μέσα από τα μάτια του, είναι διαφορετική. Πιο απλή, πιο όμορφη, χωρίς άγχος. Είναι πολύχρωμη. Είναι όπως την ονειρεύεσαι να είναι. Και σου αρέσει αυτό, το χρειάζεσαι, το θες.
Και όταν σε ρωτά, “τι γράφεις εκεί;” γελούν τα μάτια σου. Γελούν, γιατί σ’ αρέσει που θέλει να ξέρει τι γράφεις. Σου αρέσει που τα σημαντικά σου τα λογαριάζει και δεν τα προσπερνά.
Μα σε φοβίζει.
Θα έρθει η στιγμή που δεν θα βρεις την πόρτα εξόδου, που δεν θα έχεις επιλογή, που θα πρέπει να μείνεις, να το ζήσεις, να το αγαπήσεις.
Και κάπου εκεί ακουμπάς τα χέρια στον τοίχο και τεντώνεσαι και νιώθεις τα πόδια σου να υποχωρούν προς τα πίσω, σκύβεις το κεφάλι και συνεχίζεις να προσπαθείς. Μοιάζει σαν να παλεύεις να τον σπρώξεις για να ξεφύγεις μα έχουν χτίσει την έξοδο.
Καταλαβαίνεις πως όλα όσα κρύβεις στο μυαλό σου και θα ήθελες να δεις στα σκηνικά της ζωής είναι όμορφα μα απίθανα.
Γιατί αν λατρέψεις το ιδανικό ποτέ δεν θα μπορέσεις να αγαπήσεις το αληθινό.

Η ζωή είναι ένα δωμάτιο και η αλήθεια είναι οι τοίχοι του. Βάψε τους στο χρώμα που σου αρέσει και κάνε το όμορφο …
Και κάνε μου μια χάρη. Μην χάνεσαι. Μην χάνεσαι, γιατί καμιά φορά η πρόβα γίνεται παράσταση πριν να το καταλάβεις. Και αν δεν το καταλάβεις θα χάσεις την υπόκλιση. Και τι θα μείνει μετά; Μονάχα μια κουρτίνα.

Απόγευμά μου συγνώμη, σε συννέφιασα.
 
Μισό λεπτό να πάρω το ρολόι μου. Θέλω να βλέπω ο χρόνος αν κυλά και πού πηγαίνει τις στιγμές με τα νερά του. Για να κοιτώ το παρελθόν να κολυμπά και το αύριο να σαλπάρει για να ρθει… 

Πέμπτη 1 Νοεμβρίου 2012

Σάββατο 27 Οκτωβρίου 2012

Ήτανε λέει μια κοπέλα που είχε βαρεθεί με την λογική αυτού του κόσμου και ζούσε πια σε ένα δικό της παράλογο. Μια κοπέλα που ήθελε πάντα να αλλάξει τον κόσμο κάποια στιγμή όμως κουράστηκε που δεν τα κατάφερνε και αποφάσισε να αλλάξει τον δικό της κόσμο γιατί κατάλαβε πως μέχρι εκεί έφτανε η δύναμη της.
Έξυσε από τους τοίχους τα χρώματα που είχαν ξεφτίσει και τους έντυσε με ταπετσαρίες χρωματιστές που την ενέπνεαν. Έβγαλε τα παλιά φωτιστικά και έβαλε νέα, απλά και όμορφα. Πέταξε τα έπιπλα που είχε γδάρει ο χρόνος με τα καμώματα του και τα παιχνίδια του μέσα στο σπίτι και πήρε καινούρια που περιμένουν με χαρά τον χρόνο να παίξει μαζί τους, με τους δικούς τους όρους όμως. Έβαλε κουρτίνες για να ανεμίζουν όταν το αεράκι πάει να τις χαϊδέψει και εκείνη να γελά με τις αντιδράσεις τους.
Έβγαλε το μαύρο απ’ τις ντουλάπες της και πήρε έναν καθρέφτη. Γιατί της είπαν πως μόνο έτσι θα βλέπει την ψυχή της και είχε τόσο ανάγκη να την δει.
Πέταξε τα παλιά και τα άχρηστα και χωρίς το περιττό βάρος πήρε ένα κόκκινο παλτό και άρχισε να περπατά. Να αναπνέει το οξυγόνο με μια πρωτόγνωρη χαρά λες και ήταν η πιο ξεχωριστή εμπειρία που είχε βιώσει.
Προχωρούσε όσο τα πόδια της της έλεγαν πως αντέχουν ακόμα και ήλπιζε να βρει μια θάλασσα. Ήθελε τόσο πολύ λίγες από τις σκέψεις της αυτές, τις όμορφες, να τις ρίξει σε ένα χάρτινο καράβι και να τις αφήσει να βρουν ανθρώπους που τις χρειάζονταν. Είχε ανάγκη να μοιραστεί, ένιωθε ενοχές να το απολαύσει μόνη της αυτό το όμορφο συναίσθημα που είχε κατακλύσει την καρδιά της.
Και όταν δεν βρήκε θάλασσα δεν λυπήθηκε απλά άλλαξε πορεία και περπάτησε ώσπου βρήκε μια στάση τρένου. Κάθισε σε ένα πεζουλάκι και περίμενε το τρένο για να ρθει. Δεν σκέφτονταν μόνο ήλπιζε. Χαμογελούσε για τις ευκαιρίες που ανοίγονταν μπροστά της και ήθελε να τις αρπάξει όλες μαζί. Δεν είχε ιδέα για το που θα πήγαινε αλλά ήξερε πως μέσα στο τρένο και στις στάσεις του θα έβρισκε ανθρώπους που ο καθένας θα είχε κάτι ξεχωριστό να της δείξει και θα γνώριζε μέρη που δεν είχε ξαναεπισκεφτεί. Μπήκε λοιπόν μέσα στο τρένο και κάθισε δίπλα στο παράθυρο για να μπορεί να χαζεύει την διαδρομή. Ήταν η μόνη που δεν είχε αποσκευές και τσάντες μαζί της αλλά είχε ότι πραγματικά χρειάζονταν. Λίγο πριν την πρώτη στάση μπήκε ο ελεγκτής. Μόλις τον είδε του έδωσε πολλά χρήματα που ήταν δεμένα με μια κορδέλα. Εκείνος την ρώτησε για που να της κόψει το εισιτήριο. Με πολύ συνειδητοποιημένο ύφος, δήλωσε προορισμό την ευτυχία.
Έξω ήταν φθινόπωρο μα έριχνε που και που ο χειμώνας κλεφτές ματιές για να δει αν πλησιάζει η σειρά του. Έψαξα με περιέργεια να βρω αν η κοπέλα έφτασε ποτέ στην προορισμό της και μου είπαν να την ψάξω στο σπίτι της, είχε πια επιστρέψει. Μπήκα λοιπόν απ’ την πόρτα της γεμάτη περιέργεια για το τι θα μου πει, για το πως μοιάζει η ευτυχία, για το που και αν την βρήκε.
Βρήκες την ευτυχία σου, την ρώτησα. Τι σημασία έχει μου απάντησε, εσύ ψάξε να βρεις την δική σου και πάρε ότι χρειάζεσαι για να την βρεις. Τρένο, πλοίο, αεροπλάνο, μόνο πριν φύγεις κοίταξε μήπως την έχεις δίπλα σου και χάσεις χρόνο απ’ το να την απολαύσεις.

Σάββατο 28 Απριλίου 2012

Παρένθεση

«Κι ο χρόνος γλύπτης των ανθρώπων παράφορος».Ο άνθρωπος με την πάροδο του χρόνου διαμορφώνει την προσωπικότητά του και αποκτά ενδιαφέροντα ανάλογα με τις επιρροές ή τα ερεθίσματα που δέχεται.
Αυτή την περίοδο της ζωής μου, το τελευταίο που με ενδιαφέρει είναι το χωριό, απλά θα γράψω δυο λόγια με αφορμή και τις παραινέσεις του http://tsamaliotis.blogspot.com προς τους συγχωριανούς να προσπαθήσουν για ένα καλύτερο χωριό.
Δυστυχώς ζούμε σ’ έναν τόπο που το μόνο που ενδιαφέρει τους ανθρώπους είναι

Κυριακή 19 Φεβρουαρίου 2012

Παρασκευή 17 Φεβρουαρίου 2012

Άγαμοι θύται

Χειρότερο απ' το βλέμμα ενός δαρμένου σκύλου είναι το βλέμμα ενός ανθρώπου σαν δαρμένου σκύλου. Το βλέμμα του φόβου που δεν τον φιλτράρει η λογική, που δεν τον αναιρεί καμιά ελπίδα. Δεν υπάρχει χειρότερος φόβος απ' τον αόριστο φόβο.
Δεν ξέρεις τι πρέπει να φοβάσαι και καταλήγεις να φοβάσαι τα πάντα. Λίγο πριν απ' το τέλος, φοβάσαι τον φόβο σου και καταλήγεις να φοβάσαι τον εαυτό σου.

Γέμισαν οι δρόμοι τέτοια βλέμματα. Άνθρωποι που δεν ξέρουν τι πρέπει να φοβούνται, σαν τα σκυλιά που περιμένουν το χτύπημα. Πού πάμε; Τι θα μας συμβεί;
Κανένας δεν μπορεί ν' απαντήσει αλλά και κανένας δεν θέλει. Τι κακό θα συμβεί;
Θα χάσουμε τη δουλειά μας, το σπίτι; Θ' αναγκαστούμε να ζήσουμε με λιγότερα; Η τηλεόραση 52 ιντσών δεν θα προσφέρει καμιά απόλαυση; Θ' αναγκαστούμε να ψάχνουμε στα σκουπίδια;

Δεν είμαι σίγουρος πως η πτώχευση είναι η καταστροφή της Ελλάδας. Προσπαθώ να
καταλάβω τι είναι αυτό που θα πτωχεύσει. Η Παιδεία των προσωπικών Πανεπιστημίων
και της κομματικής συναλλαγής; Οι εφορίες της διαφθοράς; Τα νοσοκομεία με το
φακελάκι; Μήπως θα συντριβεί το πολιτικό μας σύστημα, αυτή η μεγάλη αποθήκη με
ψεύτες, φαφλατάδες και ανεπάγγελτους; Θ' αναγκαστεί ο Δημήτρης Ρέππας να γίνει
οδοντογιατρός, ο Καραμανλής δικηγόρος και ο Βενιζέλος αδύνατος; Ποια, αλήθεια,
είναι η μεγάλη καταστροφή που φοβόμαστε;

Υπάρχουν πολλά που θα χάσουμε, αλλά δεν ξέρω αν είναι αυτά που δικαιούμαστε και
πολύ περισσότερο αυτά που χρειαζόμαστε. Στη γειτονιά μου θα κλείσουν τα 7
καταστήματα μανικιούρ-πεντικιούρ και τα 6 κομμωτήρια και θα μείνει μόνο ο ένας
φούρνος που θα πουλάει είδος ανάγκης: ψωμί. Οι κυρίες θα πάψουν να ισορροπούν
επικίνδυνα πάνω σε αφόρετες γόβες και τεχνητές επιθυμίες. Οι τράπεζες δεν θα έχουν διακοποδάνεια. Ο Ρέμος δεν θα βρίσκει κανέναν να του ρίξει δυο γαρύφαλλα.
Η Φιλιππινέζα δεν θ' αναθρέφει πια τα παιδιά. Οι σύγχρονες μανάδες ίσως δεν θ' αναφωνούν «δεν αντέχω», γιατί θ' ανακαλύψουν τη σημασία και της λέξης και της αντοχής. Τα παιδιά μας, όταν βγάζουν με 10 το λύκειο, θα πηγαίνουν σε κάποια
τεχνική σχολή και όχι στο ιδιωτικό Πανεπιστήμιο του Λονδίνου που αναλαμβάνει να
βαφτίσει τους κατιμάδες επιστήμονες με το αζημίωτο.

Ίσως χρησιμοποιούμε το κινητό τηλέφωνο όπως σε όλη την Ευρώπη, για να επικοινωνούμε και όχι για να εξευτελιζόμαστε. Το «ουάου» θα πάψει να είναι το υποκατάστατο του οργασμού στις κουβέντες που ψάχνουν την επιβεβαίωση της ανοησίας. Μπορεί να ψάξουμε περισσότερο τον πραγματικό οργασμό, μαζί με τους κανονικούς ανθρώπους που θα μας κάνουν να τους εκτιμάμε.
Πιο πολύ, νομίζω, θα καταστρέψουμε με τα χέρια μας εκείνο το διεστραμμένο «εγώ» που επιμένει να μας αξιολογεί και να μας συγκρίνει με βάση τις πισίνες, τη μάρκα του αυτοκινήτου και τις κακόγουστες καρό ταπετσαρίες που φοράμε επειδή γράφουν Burberry. Μπορεί να μη θέλουμε πια να γίνουμε πλούσιοι, αλλά ουσιαστικοί.

Οι επιπόλαιοι θα ξαναγίνουν επιπόλαιοι και δεν θα είναι πια τρέντι. Οι αγρότες θα επιστρέψουν στα χωράφια. Και οι Ουκρανές, που έτρωγαν τις ψεύτικες επιδοτήσεις, στα σπίτια τους. Στα καφενεία των χωριών θα συζητάνε ξανά ποιο παιδί πρόκοψε και όχι ποιο πήγε σε ριάλιτι. Οι DJs, οι image makers, οι κουρείς σκύλων, ίσως χρειαστεί να βρουν μια άλλη δουλειά.

Το σύστημα της αξιολόγησής μας θ' αλλάξει και ίσως απαιτήσουμε πραγματικά να
τιμωρηθούν αυτοί που τα έφαγαν. Παρουσία μας, πάντα. Ίσως δεν ξαναψηφίσουμε εκείνους που μας έφεραν σε αυτήν τη θέση. Και ίσως καταλάβουμε πως τα κοράκια του εξτρεμιστικού καπιταλισμού, που φαίνονταν καναρίνια μέσα από τα κουστούμια και τις τηλεοράσεις, ήταν αυτοί που μας εξαπάτησαν την ώρα που ζαλιζόμασταν με Johnnie Black. Ίσως ψάξουμε για μια πιο δίκαια ζωή, χωρίς να μετράμε την απόδοση δίκιου με τη σύγκριση τραπεζικών λογαριασμών.
Μπορεί ξαφνικά οι καλλιτέχνες ν' αρχίσουν να παράγουν κι αυτοί, πατώντας σε αυτό που είναι ζωή και όχι στις κρατικές επιδοτήσεις, σαν να πουλάνε βαμβάκι, και στις δημόσιες σχέσεις.

Φοβάμαι, όπως όλοι. Αλλά θέλω και να συντριβεί ένα σύστημα που αναπαράγει τη σαπίλα. Που βαφτίζει Δημοκρατία τον διεφθαρμένο του εαυτό, Δικαιοσύνη την ατιμωρησία του κι ευτυχία την κενότητα και τον ευδαιμονισμό. Φοβάμαι.
Γι' αυτό θέλω να τελειώνουμε.
Κώστας Βαξεβάνης

Ψυχοσάββατο


"Οι ψυχές και οι αγάπες
σιαμαίες αυταπάτες
όμοιες σαν άσπρα πλήκτρα
σαν φωτάκια μες τη νύκτα
βρίσκουν σώματα παρθένα
στη συνήθεια πουλημένα
με φιλιά τα εξαγνίζουν
τους χαρίζονται"

Σύμφωνα με την εκκλησία "επειδή οι κεκοιμημένοι μας ακόμη δεν κρίθηκαν, τους μνημονεύουμε σήμερα και επικαλούμενοι το άπειρο έλεος του Θεού. Tον παρακαλούμε με το μνημόσυνο πού κάνουμε, να τους αναπαύσει. Συγχρόνως δε, ενθυμούμενοι και εμείς το θάνατο και «διεγειρόμεθα προς μετάνοιαν...»".

"Διεγειρόμεθα", "διεγειρόμεθα"... Αλίμονο!

«Αυτά άστα γι’ αργότερα» της είπε πικρά.
«Πάντοτε όμως κράτα και κάτι για τον εαυτό σου. Στην εκκλησία βάλε κάποιους με πολύ προσοχή, στο ιερό μη βάζεις κανέναν.
Κανέναν. Μ’ ακούς;
Θα σε πληγώσουν. Θα σε κρεμάσουν. Θα σε κόψουν φέτες. Θα σε κάνουν με τα κρεμμυδάκια. Η αγάπη γίνεται πιο δυνατή, όταν έχει περιορισμούς. Αυτό να το θυμάσαι».
Πάνος Σταθόγιαννης

Τρίτη 7 Φεβρουαρίου 2012


«Συγνώμη», είπε ένα πολύ μικρό ψάρι του Ωκεανού σ’ ένα άλλο, «επειδή είσαι πιο μεγάλος από μένα, μπορείς να μου πεις πού μπορώ να βρώ αυτό το πράγμα που λέγεται Ωκεανός;»
«Ο Ωκεανός», απάντησε το μεγαλύτερο ψάρι «είναι εδώ που βρίσκεσαι τώρα».
«Τι;;; Αυτό;;; Μα αυτό είναι νερό! Αυτό που ψάχνω είναι ο Ω-κε-α-νός!» είπε
απογοητευμένο το μικρό ψάρι και απομακρύνθηκε κολυμπώντας για να ψάξει κάπου
αλλού.
«Σταμάτα να ψάχνεις μικρό ψαράκι. Δεν υπάρχει τίποτα να ψάξεις. Το μόνο που
χρειάζεται να κάνεις είναι να κοιτάξεις!!!»

Ένας κλόουν δακρύζει

Λαμπιόνια φως και μουσική,
σε μια παράσταση ολόιδια με άλλες,
εκεί στου τσίρκου τη σκηνή,
είναι ένας κλόουν που πέφτει από τις σκάλες.

Φοράει καπέλο αστραφτερό,
Και μοιάζει να’ χει τόσο κέφι.
Γελάει, παίζει σαν μωρό,
Χορεύει ασταμάτητα χτυπώντας ένα ντέφι.

Λιγάκι ακόμα… γέλα ξανά,
τελειώνει η παράσταση, λιγάκι κρατήσου,
άκου τους τώρα…γελούν δυνατά,
σε λίγο του τσίρκου τα φώτα θα σβήσουν.

Και τότε κλόουν, σ΄αφήνω να κλάψεις,
καθώς εκείνοι θα φεύγουν γεμάτοι χαρά,
τότε, μονάχος μπορείς να ξεθάψεις,
το δάκρυ που κρύβεται μες την καρδιά.

Και τότε κλόουν, μπορείς να ουρλιάξεις,
πετώντας μακριά αυτή τη στολή.
Μες τον καθρέφτη μπορείς να κοιτάξεις
και να τρομάξεις απ΄την θολή σου μορφή.

Και ο καθρέφτης κομμάτια θα σπάσει,
όπως το γέλιο σου σπάει την καρδιά,
και το καπέλο την λάμψη θα χάσει,
μέχρι ν’ ανοίξουν τα φώτα ξανά.

Αιώνια κλόουν στου τσίρκου τα φώτα,
να κάνεις τους άλλους πολύ να γελούν.
Να εύχεσαι να’ σουν ξανά όπως πρώτα,
μα να γνωρίζεις πως μόνο οι «κλόουν» μπορούν να επιζούν.

Πέμπτη 2 Φεβρουαρίου 2012


Επειδή όποιος ανασαίνει, δεν σημαίνει
πως ζει κιόλας...

Τετάρτη 1 Φεβρουαρίου 2012

Δευτέρα 30 Ιανουαρίου 2012

Ο τρελός του χωριού

«Παράφρων δεν είναι αυτός που έχει χάσει τα λογικά του.
Παράφρων είναι αυτός που τα έχει χάσει όλα και διατηρεί τα λογικά του».
Salvador Dali
«Με ρωτάς το πως γίνηκα τρελός. Να πως: Μια μέρα, καιρό, καιρό πριν γεννηθούν πολλοί θεοί, ξύπνησα από έναν βαθύ ύπνο κι ανακάλυψα πως όλες μου οι μάσκες είχαν κλαπεί.
Τότες έτρεξα αμασκοφόρετος μες από τους ανθρωπόβριθους δρόμους κραυγάζοντας:
"Κλέφτες, κλέφτες τρισκατάρατοι κλέφτες".
Άντρες, γυναίκες, με περιγέλασαν και κάποιοι τρέξανε στα σπίτια τους σκιαγμένοι από μένα.
Κι όταν έφτασα στην αγορά, ένας νιος σκαρφαλωμένος σε μια στέγη φώναξε: "Είναι τρελός, είναι τρελός!"
Σήκωσα τα μάτια να τον αντικρύσω κι ο ήλιος φίλησε το γυμνό μου πρόσωπο για πρώτη φορά. Για πρώτη φορά… ο ήλιος φίλησε το γυμνό μου πρόσωπο και η ψυχή μου φλογίστηκε από αγάπη για τον ήλιο και δεν ήθελα τις μάσκες μου πια τώρα.
Και μέσα σε έκσταση φώναξα:
"Ευλογημένοι οι κλέφτες που έκλεψαν τις μάσκες μου".
Έτσι γίνηκα τρελός. Και βρήκα και τα δυό τους μέσα στην τρέλα μου: λευτεριά και σιγουριά. Τη λευτεριά της Μοναξιάς και τη σιγουριά της ακαταληψίας, γιατί όποιοι μας καταλαβαίνουν σκλαβώνουν κάτι μέσα μας".
Χαλίλ Γκιμπράν