-Αυτός που περπατά μέσα στη νύχτα μόνος του.
Κι όμως, φοβάται τόσο το σκοτάδι....
Αυτός που περιμένει στην πλαγιά τους λύκους.
Κι ας τρέμει σαν το λαγό ακούγοντας τα ουρλιαχτά τους....
Αυτός που γλιστράει, που γονατίζει, που γεμίζει λάσπες....
Που χώνεται στο θολό ποτάμι, ως το λαιμό.....
Και για μια στιγμή μέσα σε αυτό το χαλασμό, απλώνει τα παγωμένα χέρια του, κόβει κίτρινες μαργαρίτες και στολίζει τα μαλλιά του.
(Εννοείται)